Ο χρυσοστέφανος θεός ο ήλιος που ξεραίνει
τη χλωροφύλλη τη χτυπά αγρίμι που δαγκά
μία ζωή το πράσινο στον ήλιο που πεθαίνει
τη φύση χαιρετά
είναι ο κύκλος της ζωής ένας τροχός που παίζει
μια μουσική που σταματά σαν πέσει καταγής
χωρίς φαί που στρώνεται ένα φτωχό τραπέζι
η μοίρα της ζωής
ζωή δεν είσαι τίποτα χωρίς να είσαι φρέσκια
και το κλωνάρι που ανθεί κρατά μια συντροφιά
το τέλος σου να δέχεσαι και μη ζητάς τα ρέστα
στη κάθε σου φορά
φύλλο ξερό έχεις παρόν δεν είσαι ξεχασμένο
μου κουβαλάς το όνομα του δέντρου του ψηλού
πλατάνι που εφύτρωσε σε ρέμα στολισμένο
σ’ απάτητου βουνού
και κει που είσαι τώρα συ κάτι σοφό στολίζεις
μια έννοιά σου άπιαστη από φτωχό μυαλό
το τέλος σου που γράφτηκε ποτέ σου μη σκαλίζεις
άστο εκεί ξερό
ξερό μου φύλλο κράτησες στο χρόνο μία θέση
μου στόλισες περήφανα κομμάτι μιας ζωής
ο κύκλος όμως δεν ρωτά εάν αυτό σ’αρέσει
όταν εσύ χαθείς
φύλλο ξερό πλατύφυλλο σε βλέπω με καμάρι
με θαυμασμό το μπόι σου στολίζει το χαρτί
που ο ζωγράφος σκόπιμα ζωγράφισε με χάρη
ετούτη τη στιγμή
για να μας δείξει αν μπορεί κορμί χρωματισμένο
με χρώμα που δεν ήτανε ετούτο στη ζωή
μα έδωσε το χρώμα σου αυτό το ξεχασμένο
καφέ όπου πονεί
ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου