Μαθητής

Μαθητής

Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2015

ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 40 ΄΄



          


Ο λαβωμένος αετός το πληγωμένο πόδι
βροχή οι σφαίρες την αυγή η σάρκα του πονεί
η τύχη του κάποιος θα πει το κόκκινο το ρόδι
μπορούσε αν φαλτσάριζε το νήμα να κοπεί

Κόκκινη γάζα με πονάς ξαλάφρωσε λιγάκι
μου βάφεις την καρδούλα μου με κόκκινη μπογιά
άλλαξε χρώμα να χαρείς σε τούτο το κονάκι
γαλάζιο ύφασμα για βρες πληγή να μη πονά

Βουβός το τραύμα να κοιτά συντρόφους μελετάει
καμπάνες πένθιμες ηχούν μετρά τα θυμιατά
μα τι θα πει το τραύμα μου αν πράγματι πονάει
ο άλλος που εχάθηκε το χάρο χαιρετά

Νυστέρι που τη σάρκα μου με ευκολία κόβεις
γράψε με κόκκινη μπογιά ο θάνατος χαρά
δεν με πονάς συνέχισε γιατρέ μη με μαλώνεις
η σκέψη μου ταξίδεψε στις Πίνδου τα βουνά

Γιατρέ μου δέσε γρήγορα στο μέτωπο γυρίζω
να ρίξω νέα ντουφεκιά το τραύμα μου ξεχνώ
κι ας μάθει κείνος ο εχθρός πως σίγουρα βαδίζω
αέρα..! τρέχω κυνηγώ κοιτάτε δεν πονώ

Και συ γιατρέ μου στη σκηνή λάθος κομμάτια ράβεις
κόψε τις γάζες να χαρείς το τραύμα δεν πονεί
κομμάτια που περίσσευσαν ποτέ σου μη τα θάβεις
αν θέλεις ρέψε ύφασμα σημαία γαλανή

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟ 40 ΄




                   

Νεκρό το κράνος καταγής ανώνυμο κεφάλι
λείψανο είσαι μη χαθείς το κράτος σου πενθεί
τιμές με δάφνες στόλισμα ανάπηροι και άλλοι
ηρωικό το έπος σου ακέφαλο κορμί

Ένας και δύο και τρεις ίσως και χίλιοι ακόμα
ο φράκτης που στυλώθηκε κορμιά αν αγαπάς
ανώνυμο το φέρετρο το ματωμένο σώμα
σε στάση συ ακίνητος το θύμα σου τιμάς

Αρβύλα μόνη παρακεί πηλίκιο να στέκει
μια χλαίνη που ματώθηκε σημάδια συμφοράς
μια μυρουδιά ένας καπνός η σάρκα του παρέκει
ψάχνεις να βρεις εξήγηση εσύ μα τι χρωστάς

Χακί το χρώμα μπέρδεψε το πράσινο στο δάσος
φοβάσαι τον ανήφορο ο χώρος ιερός
διαβάζεις τα ονόματα ο Γιώργος και ο Νάσος
τους άλλους δεν ξεχώρισες τα σώματα καπνός

Λίγες οι πέτρες συντροφιά μια σιωπή μεγάλη
αχτίδες πένθιμες θαμπές το λάκκο μαρτυρούν
το σθένος ο ηρωισμός η λεβεντιά μια ζάλη
οι σάλπιγγες τη νίκη τους αθόρυβα ηχούν

Σε λίγο θα σκουριάσουνε θ’αλλάξουνε και χρώμα
θα σκεπαστούν από χλωρά λουλούδια τρυφερά
θα ξεχαστούν στην ερημιά σε τούτο δω το χώμα
ανώνυμα ηρωικά της Ελλάδος παιδιά

Κλαρίνου πόνου η φωνή μια μουσική που κλαίει
αδέρφια χωρίς όνομα στο χώμα καταγής
αν το ρωτήσεις θα σου πει με λόγο όπου καίει
γυναίκα χωρίς δάκρυα τα μαύρα θα φορείς

Ονόματα επίθετα σε μάρμαρο γραμμένα
παράσταση μαρμάρινη ηρωική μορφή
στεφάνια που κατάθεσαν σημάδια πονεμένα
ανάπηροι παράσημα και ύμνοι ηρωικοί

Φώτισε φλόγα φώτισε παράταιρο καντήλι
στην εκκλησιά σου άναψε κρυφά ένα κερί
και θάψε κόκαλα αν θες μαρμάρινη η στήλη
θυσία το συναίσθημα θολή κάποια αυγή

Κι όταν τριγύρω οι φωνές σωπάσουνε για πάντα
και δεις τη δόξα να κοιτά με σκέψη τα παιδιά
ζωή που κόπηκε ψηλά εκεί στον ανδριάντα
ένα στεφάνι δάφνινο τον άγνωστο τιμά

Δάφνη εσύ τα φύλλα σου να μένουν ανθισμένα
και ο καρπός σου άπιαστος να πέφτει καταγής
για να σκεπάζει με καημό αυτά τα σκουριασμένα
κράνη με όνομα θα πεις καημός αναπνοής

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ