Μαθητής

Μαθητής

Σάββατο 9 Μαΐου 2015

Εργασία του μαθητή Άγγελου Σπυρόπουλου για τη Βαράσοβα

ΒΑΡΑΣΟΒΑ
Ονομασία:Το άγιο όρος της Αιτωλίας .Λέγεται έτσι διότι εκεί ασκήτευε πλήθος μοναχών.Μεγάλος είναι επίσης ο αριθμός των εκκλησιών ,ερειπωμένων μονών και ασκηταριών που βρίσκονται εκεί .Στη Βαράσοβα  υπάρχει και το μοναστήρι-Εγκλείστρα του Αγίου Νικολάου του 10ου αιώνα .Βρίσκεται σε ένα σπήλαιο στην νότια πλευρά του βουνού και πρόσβαση σε αυτό γίνεται δια θαλάσσης.Στις μέρες μας συνεχίζονται οι ανασκαφές ,κυρίως από το πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και επίσης μια φορά το χρόνο πιστοί τελούν εκεί την Θεία Λειτουργία
                                      
ΟΡΟΣ ΒΑΡΑΣΟΒΑ: Μακρόχρονη ιστορία έχει ο ορεινός όγκος της Βαράσοβας η οποία πιστεύεται ότι πήρε το όνομά της από το βασιλιά Βάρα , που ζούσε στην περιοχή . Άλλες εκδοχές λένε ότι το όνομά της είναι σλαβικό και σημαίνει "ο τόπος του χαλκού", ή " ο τόπος που τον βαράει ο αέρας ".Είναι το όρος Χαλκίς ή Χάλκεια.Το όνομα Χαλκίς ή Χάλκεια δεν είναι γνωστό από πού προήλθε .Πολλές είναι οι εκδοχές που υπάρχουν. Θεωρούμε χρήσιμο να αναφέρουμε μερικές.Η πιο φυσική υπόθεση είναι να ονομάστηκε έτσι το βουνό είτε εξ αιτίας της χαλκόχρωμης όψης του είτε επειδή στην περιοχή πιθανό να γινόταν εξόρυξη και επεξεργασία χαλκού .Μ’ αυτό δεν συμφωνεί ο Ελευθεριάδης ,ο οποίος πιστεύει πως η λέξη "Χαλκίς"είναι πελασγική και σημαίνει κατάμαυρος ,αφού συνδυάζεται συνήθως με την έκφραση "χάλκι ου γουράβ".Μια τρίτη εκδοχή είναι να πήρε τ’ όνομα του το βουνό από το πουλί κύμινδη των Ιώνων,που οι θεοί το ονόμαζαν χαλκίς.


                                                      


                  Η ΒΑΡΑΣΟΒΑ  ΣΤΗ  ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Το σιδεροβούνι έχει περάσει στο δημοτικό μας τραγούδι:
"Βγήκα ψηλά στα διάσελα κι αγνάντια στη Βαράσοβα
και στης Βαράσοβας τον κάμπο κάνει ο Τριτσεμπίδας γάμο
Ο Σουφαράπης πολεμάει με δικοχτώ χιλιάδες..."



                                                Κωστής Παλαμάς
    Από  τις ηρωικές μορφές του νέου Ελληνισμού είναι ο Κωστής Παλαμάς .Ο Σικιελιανός τον λέει κάπου άγιο .Η φύση ,η πανσοφία της ,χαρίζει κάθε τόσο στις ομάδες τους ήρωες ,για να υψώνει τη μέση ανθρωπότητα σ΄ άμεση και ζεστή κοινωνία με την ανώτερη ουσία της ζωής ,ξεσκεπάζοντας το λαμπρό νόημά της.Με άλλα λόγια πλάθει τα όργανα ,που παιδαγωγούν τους λαούς και τους οδηγούν στους αιώνιους ,μεγάλους σκοπούς της .
    Αυτός ο ιερέας του λόγου , ο Παλαμάς ,μας στάλθηκε από μια ιερή πολιτεία .το Μεσολόγγι.
                                   
                                                 



                                         


                                                        
    
 
                                                             


                                      ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ


Ο Κωστής Παλαμάς γεννήθηκε στις 13 Ιανουαρίου 1859.Ήταν ποιητής ,πεζογράφος,θεατρικός συγγραφέας,ιστορικός και κριτικός λογοτεχνίας .Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές.Επίσης είχε σπουδάσει  και ως θεατρικός παραγωγός της ελληνικής λογοτεχνίας.Οι γονείς του κατάγονταν από το Μεσολόγγι.Πέθανε   
στις 27 Φεβρουαρίου του 1943 έπειτα από σοβαρή ασθένεια ,40 ημέρες μετά το θάνατο της συζύγου του .Η κηδεία του έμεινε ιστορική ,καθώς μπροστά σε έκπληκτους Γερμανούς κατακτητές και χιλιάδες κόσμου τον συνόδευσε στην τελευταία του κατοικία ,στο Α΄ νεκροταφείο Αθηνών ,ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο.Η οικία του στην Πάτρα σώζεται ως σήμερα στην οδό Κορίνθου 241.


                                                 ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ


Το ποιητικό του έργο είναι μεγάλο σε  έκταση και  σε σημασία και είχε τεράστια απήχηση στην εποχή του .Το ενδιαφέρον για το έργο του μειώθηκε στη μεταπολεμική Ελλάδα ,όταν επικράτησαν διαφορετικά αισθηματικα ρεύματα ενώ υποχώρησε και το ενδιαφέρον για την ποίηση γενικότερα.


Ο Μεσολογγίτης ποιητής Κωστής Παλαμάς γράφει για την Βαράσοβα:


"Πάρτε και φέρτε με ψηλά Καρπενήσια και ύστερα
δόστε με στ' απολόπνοα της Κλείσοβας μα'ι'στράλια.
Σ' είχα αγαπήσει μια φορά, Βαράσοβα, της Ρούμελης.
Σας ονειρεύομαι, ώ κορφές, και του Μοριά ακρογιάλια.
Λεβέντρα πλάση, απάρθενη χάρισ' εσύ του ανήμπορου
μια δύναμη και μια ψυχή, μια γλώσσα,  μια γοργάδα
γυμνή όλη παραδόσου του κι ας είναι το βλαστάρι σας
ένα τραγούδι υπέρσοφο σε μια καινούρια Ελλάδα"


Και σε ένα άλλο του ποίημα έκανε το βουνό εξώστη,αγνάντιο από όπου μπορεί κανείς να έχει μια γενικότερη εποπτεία του χώρου. «…Και πίσω από Βαράσοβες και του Ζυγού τα πλάγια
τα μάτια μου τετράψηλες κορφές τα μαγνητίζουν,
και πέρα απʼ τα βαλτόνερα που με λαγοκοιμίζουν
οι πολιτείες, τι θάλασσες που δεν τις βάζει ο νούς!..» (Καημοί της Λιμνοθάλασσας)


                                   
                             Μιλτιάδης Μαλακάσης  
                                         
                                        Η ΖΩΗ ΤΟΥ


Ο Μιλτιάδης Μαλακάσης (1869-27 Ιανουαρίου 1943) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές του νεοελληνικού λυρισμού. Ασχολήθηκε επίσης με τη μετάφραση και την πεζογραφία.Γεννήθηκε το 1869 στο Μεσολόγγι, από πλούσια οικογένεια.Αφού τελείωσε το δημοτικό και το Ελληνικό σχολείο στο Μεσολόγγι, χωρίς ιδιαίτερες επιδόσεις στα μαθήματα, τελείωσε το Α' Γυμνάσιο Πατρών και το 1885 πήγε στην Αθήνα και μπήκε εσωτερικός στο ιδιωτικό Λύκειο Παπαγεωργίου. Στη συνέχεια γράφτηκε στη Νομική Σχολή, κατόπιν πίεσης της οικογένειάς του, την οποία όμως δεν τελείωσε ποτέ.
                                ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
 Ο Μαλακάσης εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη λογοτεχνία από το περιοδικό Εβδομάς το 1885 χρησιμοποιώντας στο πρώτο του δημοσίευμα τα αρχικά Μ.Μ. Πιο συστηματικά άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα, πεζά και άρθρα, επτά χρόνια αργότερα, σε διάφορα περιοδικά κι εφημερίδες (Εστία, Διόνυσος, Τέχνη, Παναθήναια, Άστυ, Ακρόπολις κ.ά.). Αρκετά ποιήματά του δημοσίευσε και στον Νουμά. Συνολικά ολοκλήρωσε δέκα ποιητικές συλλογές (από τις οποίες η Κυρά του Πύργου σε θεατρική μορφή).
Ο Μαλακάσης μιλάει για την πλαγιά την ήμερη.


Και συνεχίζει :«…Η στουρναρόπετρα βαριά Βαράσοβα, όπου κρύβει
όρνια κι αϊτούς και κάπρους μια φορά, το λυγοπλεγμένο σας, στο φρύδι της, καλύβι,
τόχε ανοιγμένο πάντα, να σας καρτερά…».


Σ’ άλλο του ποίημα του γράφει :
"Με βυσινιά στολίστηκεν
Η θαλασσιά πορφύρα,
Γαλάζιους ίσκιους φόρεσαν
Τα κορφοβούνια γύρα ,
Κι απάνω απ’ τη Βαράσοβα,
Κάστρο που λουλουδίζει ,
Βγαίν’ η Σελήνη με χρυσό
Δρεπάνι και θερίζει."


Ακόμη ο Ταξίαρχος ε.α. Τσερπέλης Δημήτριος αναφέρεται στη Βαράσοβα στο ποίημα του "Το Μεσολόγγι Πολεμά"


Σκέπασ’ αντάρα το Ζυγό
Και τα Καστανοχώρια
χιόνια πυργώνουν τα βουνά,
πέφτουν,βροχές, χαλάζια.


Σπαράσσεται η Βαράσοβα,
Πόλεμο ν’ αγναντεύει
Κάμποι ξερνούν,λάβα καυτή
Αίμα,κορμιά και κρότους.


Το Μεσολόγγι βάλλεται,
Από στεριά,πελάγους,
Οι βόμβες πέφτουνε βροχή,
Θαρρείς και το βουλιάζουν.


Μπρα΄ί΄μη εβουλήθηκε
Για να διαβεί το φράχτη
Νεκροί σωριάζονται στη γη
Με πάταγο,τρομάζουν.


Τίποτε δεν έμεινε όρθιο,
Στον άγιο τούτο τόπο
Μον σκελετοί, φαντάσματα,
Ορμούν για τη θυσία.

Ο "Μεσολογγίτης" ποιητής Μίμης Χ. Γεωργόπουλος που επισκέφτηκε το σχολείο μας τον Απρίλιο, γράφει για τη Βαράσοβα:

Βαράσοβα βουνό καρδιάς βουνό της φαντασίας
κορφή εσύ απάτητη του αετού φωλιά
ο επισκέπτης που θα ‘ρθει κερί της εκκλησίας
σαν τάμα προσκυνά
μια ανηφόρα τη φορά βαθιά ανάσα κάνει
το μονοπάτι στη σχισμή αγάντα ν’ανεβεί
η θέα πουν το κέρασμα αυτό μονάχα φτάνει
ελάχιστη αμοιβή
Βαράσοβας προσκύνημα κρατά το μεγαλείο
του φεγγαριού το άναμμα του έρωτα καημός
και ήμερο και άγριο ετούτο το θηρίο
σου φεύγει ο θυμός
όποιος πατά την κορυφή η σάρκα του αιθέρας
το πνεύμα μένει να σκεφτεί τα όμορφα να δει
κι ο καθαρός στα σωθικά πουλί μες στον αέρα
γλυκά φιλοσοφεί
και αλλού
ΒΟΥΝΟ ΕΣΥ…
                   ( Βαράσοβα )


Σφίξε δυο χέρια δυνατά κι αγκάλιασε το βράχο
πέτρα περίεργη εσύ φυτρώνεις στο νερό
χωρίς μιλιά ορθώνεσαι στην άκρη κει μονάχο
περίεργο βουνό  

Να σε φιλήσω ήθελα τη σάρκα σου να πιάσω
να ματωθώ στ’ αγκάθια σου εκεί ψηλά εγώ  
στου αετού το κάθισμα με θαυμασμό να κάτσω
τ’ αστέρια να μετρώ

Αδούλωτο το μπόι σου ανύπαρκτος διαβάτης
τα καλντερίμια μοναχά απάτητα στενά
αέρας σύννεφο βροχή και φάντασμα δραγάτης
το δέος σου μεθά

Είμαι μικρός να τόσο δα μπροστά σου μια τελεία
ζητώ το χάδι τη μιλιά το βλέμμα σου να δω
και συ κοιτάζεις το θεό το ύψος σου μαγεία
γιορντάνια σου κρεμώ

Και η θωριά σου που γεννά αισθήματα σε μένα
αιχμάλωτο με κάνουνε κοντά σου γω να ζω
εφύτρωσα μεγάλωσα δεν σάλπαρα στα ξένα
το άρμα μου τραβώ

Σε άλλο ποίημα του γράφει για τη Βαράσοβα:


         Ο ΒΡΑΧΟΣ

Βράχε βουνό μου σταματάς τη σκέψη τον αέρα
σαν σε κοιτώ με θαυμασμό βυθίζεις τον καημό
της φύσης έργο ζωγραφιά σκληρή εσύ μια ξέρα
εκστατικός κοιτώ

χάνω τα λόγια που κοιτώ κι ο νους μου παραπέρα
τον καλλιτέχνη του βουνού ζητώ για να τον βρω
φωνάζω κείθε δυνατά ακούω μια φλογέρα
με γνώριμο σκοπό

μιλάς σε μένα το φτωχό με γλώσσα όπου κρύβει
νοήματα θαλασσινά κι αγάπες που δεν λες
αόρατο το χέρι σου δύο κοτσίδες στρίβει
κρυφά πολλές φορές  

κάποια παιδούλα αγαπάς με τρόπο σαν αγρίμι
είσαι σκληρό μα το θεό ο τρόπος σου δειλός
το χρώμα σου αστροφεγγιά θυμίζει το ασήμι
κορμός πελεκητός

λάθος διαβάζεις θεατή για γύρνα τη σελίδα
και αν μπορέσεις διάβασε να δεις την αρετή
μια λίμνη ένα πέλαγος απέραντη λουρίδα
συμπέρασμα θα βγει

τον έρωτά μου έκρυψα για χρόνια μες στη λίμνη
η ερμηνεία δίνεται μονάχα στους Δελφούς
η λεβεντιά μου γράφτηκε στου θεατή τη μνήμη
με αρμυρούς αφρούς

μη σε φοβίζει η μορφή η αγριάδα κλαίει
στέκω αιώνες φύλακας σημάδι μια ζωή
κι όταν φτερό στον άνεμο κοντά μου τούτο πλέει
ακούω μια φωνή

βράχε σκληρέ σε αγαπώ είμαι η λίμνη πέρα
άσπρες κορδέλες στα μαλλιά στολίζουν φορεσιά
το χρώμα μπλε της ποδιάς και το κορμί μια ξέρα
κοντά σου συντροφιά
Η Βαράσοβα αποτελεί πηγή έμπνευσης για τον ποιητή μας κ.Γεωργόπουλο. Σε άλλο ποίημά του γράφει:

Γυμνός ο βράχος γυάλισε σαν έπεσε αχτίδα
μια λεβεντιά γυμνόστηθη οι χαρακιές βαθιές
ημέρα που εκύλησε την ομορφιά σου είδα
με δάκρυ οι ματιές

βράχε το μπόι σαν κοιτώ μια σκέψη στο μυαλό μου
ζηλεύω τη σκληράδα σου κρατώ τη λεβεντιά
τρέμουν τα λόγια στο χαρτί μου φεύγει το στυλό μου
στην άγρια θωριά

μα σαν γελάς μία βαθιά ανάσα η πνοή μου
κλείνω τα μάτια ήρεμα ξαπλώνω σ’αγκαλιά
μια σιγουριά εγώ θα πω πως είσαι η ζωή μου
με φως και η βραδιά

είσαι της φύσης φύλακας τα μπράτσα σου τανάλιες
σαν σφίξει η παλάμη σου σημάδι στο κορμί
και οι κορφές που μέτρησα θυμίζουνε βεντάλιες  
Βαράσοβα σκληρή

Βασιλικό ανάστημα δεν δέχεσαι συγκρίσεις
είσαι η μία μάθε το στο χώρο σου τρανή
το χάδι σου όπου κερνάς μετρά τις συγκινήσεις
είσαι μια καλλονή

σπηλιές πηγάδια στο κορμί μία μαγεία τόση
αν σκαρφαλώσεις θε να δεις τη δύση θαυμαστή
το Μεσολόγγι να κρατά τα ιερά με γνώση
παράξενη μορφή

γυναίκα συ πολύτεκνη τριγύρω τα παιδιά σου
χωριά του κάμπου πινελιές συνθέτουν ομορφιά
Βαράσοβα βουνό εσύ έλα στα συγκαλά σου
πληρώνω ακριβά

κι όποιος κοντά σου θα σταθεί σαν ξόβεργα κολλάει
κάνει να φύγει δεν μπορεί αιχμάλωτος θα ζει
για πάντα προς το μέρος σου ο ξένος θα κοιτάει
δυο λόγια να σου πει

γερό κορμί αγέραστο στη ίδια πάντα θέση
ποιος μάστορας χαράκωσε τη σάρκα σου αυτή
είσαι σκαρί μοναδικό που πάντα θε ν’ αντέχει
αφού έχεις ψυχή

Συγκινούμαστε όταν διαβάζουμε από τον ίδιο ποιητή το
ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΒΑΡΑΣΟΒΑΣ


Τραγούδι συ του θαυμασμού μια πέτρα καλημέρα
σχισμή σκληρή που μάτωσες το δάκρυ σου ζεστό
οι αετοί πετούμενοι φιγούρες στον αέρα
ελεύθερο πουλί

Βαράσοβα βουνό εσύ κρυστάλλινο το σώμα
της φύσης έργο έγραψε παγκόσμιο χρησμό
η ερμηνεία δύσκολη με άσβηστο το χρώμα
ελεύθερη πνοή

οι ποιητές ανήμποροι οι στίχοι τους χαϊδεύουν
τη λεβεντιά σου την υμνούν κρυφά την τραγουδούν
και τα παιδιά σου με χαρά σε μια σειρά χορεύουν
ελεύθερη φωνή

γαλάζιε βράχε γέλασε τη λίμνη σου χαιρέτα
γαλήνη που ξεδίπλωσε σεντόνι σου πλεχτό
και τα καλά σου που κρατάς στον κόσμο τώρα πες τα
διαβάτης μη πονεί

καρδιά μου συ η πέτρινη με κάνεις να θαυμάζω
το μεγαλείο του γιαλού το ήρεμο νερό
χωρίς ντροπή το φώναξα στους φίλους μου ΄΄τρομάζω ΄΄
στην τόση αρετή

βουτώ στη θάλασσα με μιας να μοιάσω με γοργόνα
για να μιλήσω αν μπορώ με σένα στα κρυφά
μα βούρκωσαν τα μάτια μου στον άνισο αγώνα
αφού είμαι παιδί

θα σε κρατήσω φυλαχτό στις δύσκολές μου ώρες
προστάτης μου ο όγκος σου ασπίδα τρομερή
μια κόντρα θαν το σώμα σου στις άξαφνες τις μπόρες
και συ μια θαλπωρή


Όχι μόνο ποιητές ,αλλά και πεζογράφοι και λαογράφοι και ιστορικοί και ζωγράφοι την συμπεριέλαβαν στα έργα τους :
’’Αλλά τι είναι Βαράσοβα; Είναι το όνομα ενός ψηλού παράλιου βουνού ,στη Ρουμελιώτικη ακτή του Κορινθιακού κόλπου .Το σχήμα του μοιάζει σαν κώνος ,σαν ένας απότομος κώνος ,που ξεκινάει κάτω απ’ τ’ ακρογιάλι και τινάζεται κατακόρυφα σε ύψος 917 μέτρων .Στέκεται η Βαράσοβα   αντίκρυ στην αμφιθεατρική Πάτρα ,σαν όγκος γαλάζιος και διάφανος τα  φωτεινα  πρωινά, σαν ίσκιος μαυριδερός στα μελαγχολικά σούρουπα’’


Ο Λουκόπουλος την αναφέρει δίκορφη :
"Γήινος όγκος τελείως ανεξάρτητος από τα άλλα βουνά της Ρούμελης …..μακρόθεν δίδει την όψιν κολοσσιαίας καμήλου με δύο ύβους …..Είναι τελείως πετρώδες και σχεδόν μέχρι των υπωρειών του ,λόγω της τραχύτητος ,  απρόσιτον  βουνόν ,απειρία δε ορνέων ευρίσκουσιν ασφαλή ενδιαιτήματα επάνω εις τους προξενούντας τον ίλλιγον κρημνούς του. "  

Ο Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος στο έργο του "Ελληνικοί Ορίζοντες" γράφει:" Η ρηχή θάλασσα και ο πράσινος βάλτος είναι τα στοιχεία που κυριαρχούν.Και τον αισθάνεται ο ταξιδιώτης τον αέρα του βάλτου,μόλις ξεκαμπίσει από τη δροσάτη κλείσουρα του Αράκυνθου, κατεβαίνοντας από την Αιτωλία της λίμνης προς την Αιτωλία της λιμνοθάλασσας, μόλις πατήσει το πόδι του στο απόκρημνο Κρυονέρι, στις ρίζες της τραχιάς Βαράσοβας αγγίζοντας τα κράσπεδα της θρυλικής τούτης γης από το μέρος της γαλάζιας θάλασσας του Πατραϊκού κόλπου, που στέκει ανήσυχος και πολυκύμαντος ανάμεσα στο μεγάλο ποτάμι του Κορινθιακού και τ΄ολόφωτο θαύμα του Ιονίου...
και αλλού
"Απ΄το Μεσολόγγι ίσαμε το Κρυονέρι,όπου κατεβαίνει κάθετη η Βαράσοβα στα νερά του Πατραϊκού, δεν υπάρχει τόπος για ξάφνιασμα και συγκίνηση"..

Πολλές αναφορές στη Βαράσοβα βρίσκουμε και στο μυθιστόρημα της Ελένης Χωρεάνθη " Μεσολόγγι, η πολιτεία του νερού". Ενδεικτικά αναφέρουμε:
"Φανταζόμουνα τη Χαλκίδα και την Καλυδόνα εκεί πέρα στην Ανατολή, πλάι στη Βαράσοβα. Κι από δω πάνω, κατά την Κλεισούρα, έβλεπα ολοζώντανη την Ώλενο, και τηνΑλίκυρνα και την Πλευρώνα, που ήταν η πιο ξακουστή. .." σελ.52
και πιο κάτω " Και σκοτείνιασαν ένα γύρο τα βουνά και τα νησιά και το χαροκαμένο τ' Ανατολικό. Κι ως τον Αράκυνθο και τη Βαράσοβα τίποτα δεν ανάσαινε..." σελ.97
Αναφερόμενη στο θάνατο του Λόρδου βύρωνα γράφει: "Κι όλη η Ελλάδα θρήνησε τον ποιητή, τον αδερφό τον γκαρδιακό μας. Κι η γης τον έκλαψε. Βαριαστέναξε ο Ζυγός, σείστηκε απ' τ' αστραπόβροντα η Βαράσοβα κι η λίμνη ως κάτω ανακατώθηκε..." σελ. 136

Θα τελειώσουμε με όσα έγραψε ο καθηγητής Κώστας Δημόπουλος στα "Μεσολογγίτικα Χρονικά" στις 20 Μαΐου 1988:
"Αντικρύζοντας το βουνό κι αφήνοντας τη ματιά να θεωρεί τη γκρίζα κορμοστασιά του αισθάνεσαι μετέωρος στα αρπάγια ενός μυστηρίου. Τη γέννησε η μάνα Γη σε κάποιο παροξυσμό της τη Βαράσοβα, σε κάποιο πυρετό της ηφαιστειακό, αλλά στο κοιλοπόνημά της επάνω μετάνοιωσε για τον τοκετό κι έτσι βγήκε μόνο το κορμί της.Τα πόδια της και το κεφάλι της ριζιμιά μέσα στη γη δροσίζονται μέσα στο κύμα του Πατραϊκού που σκάει επάνω της. Τον καημό της μάνας Γης τον σώζει το σιγαλό μουρμουρητό του νερού που πηδακίζει ασυγκράτητα. Μουρμουρίζει τους θρύλους της και τον καημό της.
 Είναι ένα γκρίζο σιδεροβούνι. Η αγέραστη Βαράσοβα..." 










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου